Στους περισσότερους από εμάς η λέξη σαδομαζοχισμός (S-M) φέρνει στο μυαλό την εικόνα από την ταινία 50 αποχρώσεις του γκρι, ενός κόκκινου δωματίου με μαστίγια. Ο σαδομαζοχισμός ταυτίζεται με την σεξουαλική συμπεριφορά και.
τον σωματικό πόνο. Όταν μια ρομαντική σχέση ή ένας γάμος έχει βασικά γνωρίσματα τον απόλυτο έλεγχο (σαδιστικά στοιχεία) και την υποταγή (μαζοχιστικά στοιχεία), τότε τα σαδομαζοχιστικά στοιχεία παίρνουν μια άλλη ψυχοκοινωνική διάσταση, που επηρεάζουν την δυναμική στη σχέση.
Το ποιος θα υπερισχύσει σε μια σχέση όταν και οι δυο έχουν έντονες προσωπικότητες, θυμίζει τη μάχη των δυο φύλων. Τα σαδομαζοχιστικά στοιχεία δεν είναι στατικά, μεταβάλλονται, κάποιος ο οποίος είναι υποτακτικός μπορεί να θελήσει να αλλάξει ρόλο (swing) και ο φαύλος κύκλος εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου συνεχίζεται. Αυτό συμβαίνει, διότι η ανασφάλεια στη μία περίπτωση εκφράζεται επιθετικά, ενώ στην άλλη παθητικά.
Τα παιχνίδια εξουσίας αρχίζουν από τον/τη σύντροφο που πιστεύει ότι πρέπει να έχει τον έλεγχο της σχέσης. Στα παιχνίδια εξουσίας, στόχος είναι η ανισότητα στους συντροφικούς ρόλους και το μέσο οι χειριστικές συμπεριφορές. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι κανόνες της σχέσης και οι απαιτήσεις διατυπώνονται ευθέως στον/στη σύντροφο υπό τη μορφή προφορικού συμβολαίου -π.χ. «για να είμαστε μαζί, δεν θα κάνεις τίποτα, χωρίς να με ρωτήσεις».
Το πρόβλημα συνήθως προκύπτει, όταν ο κυρίαρχος φορά τη μάσκα του «εμείς» και καθώς εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη, αποκαλύπτει το πραγματικό προσωπείο του «εγώ». Όταν ο/η σύντροφος που θέλει να κυριαρχήσει αντιμετωπίζει αντίδραση, τότε επικαλείται τη δύναμη της συνήθειας, την χρησιμοποίει με μεθοδικότητα, ώστε να κάνει τον/τη σύντροφο να συνηθίσει να αποδέχεται κάθε παράλογη απαίτηση, ως φυσιολογική. Σε αυτή την περίπτωση, ο κυρίαρχος μπορεί να ανταμείβει την ανοχή του υποταγμένου με δώρα, προκειμένου να συγκαλύψει τα μελανά σημάδια της σχέσης.
«Πώς μπορεί όμως κάποιος, ο οποίος βιώνει συγκρούσεις εξουσίας στη σχέση του, να μπορεί να διακρίνει αν έχει το ρόλο του κυρίαρχου ή του υποταγμένου;».Σύμφωνα με έρευνες, το 80% των γυναικών είναι πιο πρόθυμες να αναλάβουν το ρόλο της υποτακτικής, όταν συναντήσουν το σωστό κυρίαρχο αρσενικό. Το αίτιο, σύμφωνα με την εξελικτική ψυχολογία, είναι η αρχέγονη πεποίθηση ότι, αν ένας άνδρας δεν μπορεί να κουμαντάρει μια γυναίκα, τότε δεν θα μπορέσει ούτε να την προστατεύσει. Σαφώς και οι χειραφετημένες γυναίκες έχουν και αυτές δίψα για εξουσία, συνεπώς οι σαδομαζοχιστικές τάσεις δεν έχουν αρσενική ή θηλυκή ταυτότητα.
Κυρίαρχος/συναισθηματικό Βαμπίρ: «Μπορεί να παραπονιέται, αλλά έτσι θέλει να του/της φέρομαι, δεν καταλαβαίνει αλλιώς»
Οι κυρίαρχοι στην αρχή μοιάζουν πολύ
τέλειοι για να είναι αληθινοί. Στην πορεία της σχέσης βγάζουν προς τα
έξω ένα χαρακτήρα εγωιστή, επίμονο, και αναίσθητο.
Δίνουν προτεραιότητα στις δικές τους ανάγκες, αδιαφορώντας για τα «θέλω» και τις ανάγκες του/της συντρόφου τους. Η σχέση τους με ένα άτομο υποτακτικό λειτουργεί ως μέσω επιβεβαίωσης της ανωτερότητάς τους. Το γεγονός ότι υπερισχύουν στη σχέση τους, τους δεσμεύει και τους εμποδίζει να ζητήσουν βοήθεια, διότι κάτι τέτοιο θα κλόνιζε την εικόνα τους ως ανεξάρτητων και ισχυρών.
Ο ρόλος τους είναι καθοδηγητικός (έμμεσα ή άμεσα) και αυταρχικός: αρέσκονται να δίνουν εντολές, π.χ. «έλα», «φύγε», και να έχουν απαιτήσεις. Τους αρέσει να συμβουλεύουν, χωρίς να δέχονται το αντίστροφο. Οι κυρίαρχοι παίρνουν αποφάσεις για τον/τη σύντροφό τους από τα πιο ασήμαντα, όπως το τι εκπομπή θα δουν στην τηλεόραση, τι θα φάνε το βράδυ, ακόμα με ποιους θα συναναστρέφονται. Οι κυρίαρχοι αποθαρρύνουν τις πρωτοβουλίες του/της συντρόφου τους, με πάγια τακτική την επίκριση -π.χ. «το φόρεμα που αγόρασες δεν σου πάει», «έπρεπε να με ρωτήσεις πριν αγοράσεις tablet, δεν ξέρεις από αυτά!». Τα πικρόχολα σχόλια μπορεί να σας κάνουν να αναρωτηθείτε: «Μα, γιατί κάθεται μαζί μου, εφόσον δεν του/της αρέσω;».
Ο ουσιαστικός διάλογος για να επιλυθούν τυχόν διαφορές είναι σχεδόν ανύπαρκτος, γιατί οι κυρίαρχοι δεν πρόκειται ποτέ να παραδεχτούν ότι κάνουν λάθος, προβάλλοντας δικαιολογίες και υπερασπίζοντας την στάση τους. Μπορεί να είναι τιμωρητικοί -π.χ. να μην παρέχουν στον άλλο αυτό που χρειάζεται, όπως τα χρήματα για να μπορέσει να αγοράσει αυτό που θέλει. Στο χειρότερο σενάριο ενδεχομένως να ασκήσουν λεκτική ή σωματική βία. Σε πιο ακραίες περιπτώσεις, για τους κυρίαρχους ο δυναμισμός «χρωματίζεται» μέσα από επιθετική συμπεριφορά.
Τα παιχνίδια εξουσίας σε μια σχέση συνοδεύονται από συνεχείς
διαπραγματεύσεις και καβγάδες, που ενδέχεται να την κλονίσουν. Σαφώς και
ανούσιες αφορμές, όπως που θα πάνε διακοπές το καλοκαίρι, μπορεί να
προκαλέσουν καβγάδες και ίσως να καταλήξουν σε χωρισμό. Το πραγματικό
αίτιο της σύγκρουσης, όμως, είναι το ποιος έχει το πάνω χέρι στην
σχέση.Δίνουν προτεραιότητα στις δικές τους ανάγκες, αδιαφορώντας για τα «θέλω» και τις ανάγκες του/της συντρόφου τους. Η σχέση τους με ένα άτομο υποτακτικό λειτουργεί ως μέσω επιβεβαίωσης της ανωτερότητάς τους. Το γεγονός ότι υπερισχύουν στη σχέση τους, τους δεσμεύει και τους εμποδίζει να ζητήσουν βοήθεια, διότι κάτι τέτοιο θα κλόνιζε την εικόνα τους ως ανεξάρτητων και ισχυρών.
Ο ρόλος τους είναι καθοδηγητικός (έμμεσα ή άμεσα) και αυταρχικός: αρέσκονται να δίνουν εντολές, π.χ. «έλα», «φύγε», και να έχουν απαιτήσεις. Τους αρέσει να συμβουλεύουν, χωρίς να δέχονται το αντίστροφο. Οι κυρίαρχοι παίρνουν αποφάσεις για τον/τη σύντροφό τους από τα πιο ασήμαντα, όπως το τι εκπομπή θα δουν στην τηλεόραση, τι θα φάνε το βράδυ, ακόμα με ποιους θα συναναστρέφονται. Οι κυρίαρχοι αποθαρρύνουν τις πρωτοβουλίες του/της συντρόφου τους, με πάγια τακτική την επίκριση -π.χ. «το φόρεμα που αγόρασες δεν σου πάει», «έπρεπε να με ρωτήσεις πριν αγοράσεις tablet, δεν ξέρεις από αυτά!». Τα πικρόχολα σχόλια μπορεί να σας κάνουν να αναρωτηθείτε: «Μα, γιατί κάθεται μαζί μου, εφόσον δεν του/της αρέσω;».
Ο ουσιαστικός διάλογος για να επιλυθούν τυχόν διαφορές είναι σχεδόν ανύπαρκτος, γιατί οι κυρίαρχοι δεν πρόκειται ποτέ να παραδεχτούν ότι κάνουν λάθος, προβάλλοντας δικαιολογίες και υπερασπίζοντας την στάση τους. Μπορεί να είναι τιμωρητικοί -π.χ. να μην παρέχουν στον άλλο αυτό που χρειάζεται, όπως τα χρήματα για να μπορέσει να αγοράσει αυτό που θέλει. Στο χειρότερο σενάριο ενδεχομένως να ασκήσουν λεκτική ή σωματική βία. Σε πιο ακραίες περιπτώσεις, για τους κυρίαρχους ο δυναμισμός «χρωματίζεται» μέσα από επιθετική συμπεριφορά.
Υποταγμένος/ πειθήνιο όργανο: «Γιατί κάθομαι και ανέχομαι τα πάντα; Μήπως τελικά είμαι μαζόχα;».
Επειδή οι κυρίαρχοι θέλουν να έχουν πάντα τον έλεγχο της
κατάστασης, δημιουργούν τις συνθήκες και επιλέγουν να κάνουν σχέση με
άτομα που έχουν κάποια χαρακτηριστικά προθυμοποιημένου θύματος, έτσι
ώστε όχι απλά να ανέχονται, αλλά και να... γουστάρουν τη σαδιστική
συμπεριφορά.
Οι εν δυνάμει υποτακτικοί από την άλλη έλκονται από την ανάγκη των κυρίαρχων να αγαπηθούν. Οι υποτακτικοί συνήθως είναι χαμηλών τόνων και αποφεύγουν να τραβάνε την προσοχή (προκλητικό ντύσιμο, συμπεριφορά). Από το πρώτο ραντεβού στοχοποιούν τον εαυτό τους ως πειθήνιο όργανο, εν ολίγοις προτρέπουν τους άλλους να πάρουν αποφάσεις -π.χ. ποιο εστιατόριο να επιλέξουν, τι να παραγγείλουν από το μενού, τι ώρα να επιστρέψουν σπίτι κτλ.
Είναι άτομα που έχουν μάθει να υπακούν, προσαρμόζονται εύκολα σε καινούργιες καταστάσεις και είναι πρόθυμοι να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους, για να πετύχει η σχέση. Επειδή έχουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο και αντιλαμβάνονται το πώς νιώθει ο άλλος (ενσυναίσθηση) -δυστυχώς, όμως, υποθέτουν ότι και οι άλλοι καταλαβαίνουν-, κάνουν πολλές φορές το λάθος να μην συζητάνε ανοιχτά για τις δικές τους ανάγκες, γιατί πιστεύουν ότι οι άλλοι θα καταλάβουν. Προσδοκούν από τον/τη σύντροφο την προστασία, την εμπιστοσύνη και την αφοσίωση.
Καμιά σύγχρονη κοινωνία δεν επιβάλει σε κάποιον να είναι υποτακτικός, χωρίς τη συγκατάθεση του. Εύλογο λοιπόν είναι το ερώτημα γιατί κάποιοι που είναι δυναμικοί, εργατικοί και φιλόδοξοι, επιλέγουν συνειδητά να είναι έχουν το ρόλο του πειθήνιου οργάνου ση σχέση τους.
Η απάντηση κρύβεται στην απελευθέρωση από την ανάληψη ευθυνών. Η παράδοση άνευ όρων δημιουργεί συναισθηματική απελευθέρωση των καταπιεσμένων συναισθημάτων τους.
Οι υποτακτικοί μέσα από τη σχέση τους με τον/την κυρίαρχο αναβιώνουν συναισθήματα και καταστάσεις που είναι γνώριμες από την παιδική τους ηλικία. Μπορεί οι υποτακτικοί να αποφεύγουν να παίρνουν αποφάσεις, αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι δεν θέλουν να ρωτάνε τη γνώμη τους.
Οι υποτακτικοί, για να παραδώσουν τον έλεγχο της σχέσης, πρέπει να νιώθουν ένα είδος ασφάλειας. Γι' αυτό το λόγο, οι κυρίαρχοι πρέπει να είναι αξιόπιστοι και να κρατάνε το λόγο τους.
Ο αγώνας ανάμεσα στο ζευγάρι στο ποιος θα βάλει τις δικές του ανάγκες
και επιθυμίες σε προτεραιότητα παρεμποδίζουν την καλλιέργεια
ενσυναίσθησης, συνεργασίας και επικοινωνίας ανάμεσα στο ζευγάρι και
σίγουρα αποτελούν μια ένδειξη μη υγιούς σχέσης.
Στην προσπάθεια οι κυρίαρχοι να αλλάξουν τους συντρόφους τους, ώστε να προσαρμοστούν στις δικές τους προσδοκίες, καταλήγουν να «συνθλίβουν» την ιδιαιτερότητα των συντρόφων τους.
Η σχέση εξάρτησης που καλλιεργούν οι κυρίαρχοι περιορίζει την προσωπική ανάπτυξη των συντρόφων τους -θα έλεγε κανείς ότι μια τέτοιου είδους σχέση μοιάζει με... χρεοκοπία. Ένα άλλο πρόβλημα που μπορεί να προκύψει σε μια τέτοια είδους σχέση, είναι ότι οι κυρίαρχοι μπορεί να καταχραστούν την εξουσία και εκεί συναντάμε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας.
Σε αυτήν την περίπτωση, οι υποτακτικοί ναι μεν αντισταθμίζουν τις απώλειες που απορρέουν από την έλλειψη λήψης αποφάσεων με την σταθερότητα που παίρνουν από τη σχέση, όμως μόνο όταν οι κυρίαρχοι συμπεριφέρονται με τη μάσκα του σεβασμού.
Οι εν δυνάμει υποτακτικοί από την άλλη έλκονται από την ανάγκη των κυρίαρχων να αγαπηθούν. Οι υποτακτικοί συνήθως είναι χαμηλών τόνων και αποφεύγουν να τραβάνε την προσοχή (προκλητικό ντύσιμο, συμπεριφορά). Από το πρώτο ραντεβού στοχοποιούν τον εαυτό τους ως πειθήνιο όργανο, εν ολίγοις προτρέπουν τους άλλους να πάρουν αποφάσεις -π.χ. ποιο εστιατόριο να επιλέξουν, τι να παραγγείλουν από το μενού, τι ώρα να επιστρέψουν σπίτι κτλ.
Είναι άτομα που έχουν μάθει να υπακούν, προσαρμόζονται εύκολα σε καινούργιες καταστάσεις και είναι πρόθυμοι να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους, για να πετύχει η σχέση. Επειδή έχουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο και αντιλαμβάνονται το πώς νιώθει ο άλλος (ενσυναίσθηση) -δυστυχώς, όμως, υποθέτουν ότι και οι άλλοι καταλαβαίνουν-, κάνουν πολλές φορές το λάθος να μην συζητάνε ανοιχτά για τις δικές τους ανάγκες, γιατί πιστεύουν ότι οι άλλοι θα καταλάβουν. Προσδοκούν από τον/τη σύντροφο την προστασία, την εμπιστοσύνη και την αφοσίωση.
Καμιά σύγχρονη κοινωνία δεν επιβάλει σε κάποιον να είναι υποτακτικός, χωρίς τη συγκατάθεση του. Εύλογο λοιπόν είναι το ερώτημα γιατί κάποιοι που είναι δυναμικοί, εργατικοί και φιλόδοξοι, επιλέγουν συνειδητά να είναι έχουν το ρόλο του πειθήνιου οργάνου ση σχέση τους.
Η απάντηση κρύβεται στην απελευθέρωση από την ανάληψη ευθυνών. Η παράδοση άνευ όρων δημιουργεί συναισθηματική απελευθέρωση των καταπιεσμένων συναισθημάτων τους.
Οι υποτακτικοί μέσα από τη σχέση τους με τον/την κυρίαρχο αναβιώνουν συναισθήματα και καταστάσεις που είναι γνώριμες από την παιδική τους ηλικία. Μπορεί οι υποτακτικοί να αποφεύγουν να παίρνουν αποφάσεις, αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι δεν θέλουν να ρωτάνε τη γνώμη τους.
Οι υποτακτικοί, για να παραδώσουν τον έλεγχο της σχέσης, πρέπει να νιώθουν ένα είδος ασφάλειας. Γι' αυτό το λόγο, οι κυρίαρχοι πρέπει να είναι αξιόπιστοι και να κρατάνε το λόγο τους.
Στην προσπάθεια οι κυρίαρχοι να αλλάξουν τους συντρόφους τους, ώστε να προσαρμοστούν στις δικές τους προσδοκίες, καταλήγουν να «συνθλίβουν» την ιδιαιτερότητα των συντρόφων τους.
Η σχέση εξάρτησης που καλλιεργούν οι κυρίαρχοι περιορίζει την προσωπική ανάπτυξη των συντρόφων τους -θα έλεγε κανείς ότι μια τέτοιου είδους σχέση μοιάζει με... χρεοκοπία. Ένα άλλο πρόβλημα που μπορεί να προκύψει σε μια τέτοια είδους σχέση, είναι ότι οι κυρίαρχοι μπορεί να καταχραστούν την εξουσία και εκεί συναντάμε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας.
Σε αυτήν την περίπτωση, οι υποτακτικοί ναι μεν αντισταθμίζουν τις απώλειες που απορρέουν από την έλλειψη λήψης αποφάσεων με την σταθερότητα που παίρνουν από τη σχέση, όμως μόνο όταν οι κυρίαρχοι συμπεριφέρονται με τη μάσκα του σεβασμού.
Εν κατακλείδι, όπως και το τάνγκο, η ρομαντική σχέση είναι δυαδική και αφορά στο «εμείς», χωρίς να αποδυναμώνει το «εγώ». Ο μόνος τρόπος να σπάσει ο φαύλος κύκλος των παιχνιδιών εξουσίας, είναι με μικρές αλλαγές στη συμπεριφορά μας και με αναγνώριση των ρεαλιστικών αναγκών του/της συντρόφου μας. Αν τον/την αγαπάτε, τολμήστε την αλλαγή!
*Έλσα Μπάρδα - Κλινικός Ψυχολόγος - Αναλύτρια Συμπεριφοράς
ΠΗΓΗ http://www.protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου