Η αντίληψη περί Ψυχής, που επικρατούσε στην Αρχαία Ελλάδα πριν από την εποχή του Σωκράτη, μπορεί να συνοψιστεί σε δύο βασικές θέσεις.
Η πρώτη είναι.
αυτή που αντιλαμβάνεται την Ψυχή ως αρχή της ζωής. Σύμφωνα με αυτήν τη θεώρηση όλα τα ζωντανά όντα έχουν ψυχή. Επρόκειτο για μια ψυχή-πνοή (Θυμός, θυμοειδής ψυχή), η οποία πέθαινε όταν πέθαιναν τα όντα. Η ψυχή είναι ενωμένη με το σώμα κι επομένως υπάρχει και παύει να υπάρχει μαζί με το σώμα.
Η δεύτερη θεωρεί τη ψυχή ως αρχή γνώσης και συνείδησης. Σύμφωνα μ' αυτήν την ιδέα η ψυχή είναι χαρακτηριστική μόνο των ανθρώπων (νοητική ψυχή). Είναι αιώνια ή αθάνατη και βρίσκεται ενωμένη με το σώμα με συμπτωματικό τρόπο. Ο άνθρωπος είναι το αποτέλεσμα αυτής της συμπτωματικής ένωσης μεταξύ του σώματος και της ψυχής.
Η πρώτη θεώρηση έχει τις ρίζες της στη μυθολογική ποίηση, κυρίως την Ομηρική και του Ησιόδου, ενώ η δεύτερη βρίσκεται στη θρησκευτική αντίληψη που συνδέεται με τον Ορφισμό. Απ' αυτήν προέρχονται οι Μυστηριακές τελετές, η Φιλοσοφία, ειδικά η Πυθαγορική και η Πλατωνική, καθώς και η παράδοση των τραγικών ποιητών, οι οποίοι, μέσα από τη διαδικασία της «Κάθαρσης», προκαλούν στο κοινό τον καθαρμό ως σύστημα «υγιεινής» και εξαγνισμού της ψυχής. Αυτή είναι, για παράδειγμα, η περίπτωση του Οιδίποδα και της μετάλλαξής του μέσα από τον πόνο, μέχρι να φτάσει στην κατάσταση της θεοποίησης.
Οι Ορφικές ιδέες για τη ψυχή, τη θεϊκή της φύση -και συνεπώς την αθανασία της- έφεραν μια ριζοσπαστική επανάσταση στον αρχαίο ελλαδικό κόσμο, τόσο βέβαια στο θρησκευτικό τομέα όσο και στους υπόλοιπους τομείς του πολιτισμού, όπως αυτούς της τέχνης, της φιλοσοφίας και της πολιτικής. Η επίδραση της Ορφικής αυτής ιδεολογίας έφτασε μέχρι τις μέρες μας μέσα από τους Πλατωνικούς διάλογους, τη χριστιανική φιλοσοφία και το νεοπλατωνισμό της Αναγέννησης, ο οποίος αποτελεί το θεμέλιο της σύγχρονης επιστήμης.
Για να καταλάβουμε όμως τις Ορφικές ιδέες περί ψυχής, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε πρώτα τι πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες γι' αυτήν, πριν από την έλευση του Ορφισμού. Η πίστη αυτή εκφράζεται καθαρά στους ποιητές, όπως στον Όμηρο και στον Ησίοδο, που ορίζουν την ψυχή ως μια σκιά, «ομοίωμα» του ανθρώπινου σώματος, η οποία παραμένει σε αδρανή κατάσταση όσο ζει ο άνθρωπος, αλλά «ενεργοποιείται» όταν ο άνθρωπος πεθαίνει ή σε ειδικές περιπτώσεις μαντικών ονείρων ή θεϊκής κατάληψης. Όταν το σώμα του ανθρώπου πεθαίνει, αυτό το διπλό ή ομοίωμα περιπλανιέται στο ταξίδι του στον Άδη, αλλά δεν έχει ανθρώπινη συνείδηση και στην πραγματικότητα ο «καθαυτός άνθρωπος» εξαφανίζεται με τη σωματική διάλυση.
Ο Όμηρος συγκρίνει αυτό το ομοίωμα μ' ένα «είδωλο», γιατί μοιάζει με τον ίδιο τον άνθρωπο στον οποίο ανήκει. Λέει ότι έχει ξεφύγει «από το στόμα του, την κοιλιά του και ειδικότερα από τα μέλη του» και ότι η δραστηριότητά του στη ζωή έχει σχέση με το αισθητό μέρος του ανθρώπου (το διάφραγμα). Επομένως, εδώ πρέπει να διαχωρίσουμε την «Ψυχή» από το «Θυμό», γιατί η Ψυχή παρουσιάζεται ως Ζωή ή ζωτική Πνοή (εκπνοή) ενώ ο Θυμός είναι η έδρα των αισθημάτων (πάθος, ανδρεία). Σήμερα θα μπορούσαμε να τον αντιστοιχίσουμε με το ασυνείδητο, γιατί ενεργοποιείται στα όνειρα, ειδικά στα προφητικά ή μαντικά.
Η λέξη «Ψυχή» αργότερα θα έχει μια εξέλιξη από μια σχεδόν ενστικτώδη έννοια (ζωτική ψυχή = anima), που συσχετίζεται με την έννοια άνεμος - πνοή - πνεύμα, μέχρι μια πιο αφηρημένη ιδέα, κατά την οποία η Ψυχή απομακρύνεται από τη ζωτική της λειτουργία και πλησιάζει περισσότερο στην ιδέα της Συνείδησης. Η ίδια αντίληψη εμφανίζεται και στον Αναξιμένη, ο οποίος μιλάει για την Ψυχή και το Πνεύμα σαν κάτι που βρίσκεται πίσω από τα φυσικά φαινόμενα και διοικεί τον άνθρωπο και τον Κόσμο. Αλλά ακόμα δεν έχουμε την ιδέα της καθαρά ατομικής Ψυχής με συνείδηση της αθανασίας της, όπως την πρεσβεύει ο Ορφισμός και όπως επικράτησε αργότερα στην πλατωνική και νεοπλατωνική φιλοσοφία.
Ο Ορφισμός εισάγει ένα χαρακτηριστικό στην ιδέα περί Ψυχής, που δεν υπάρχει στον Όμηρο και στην αρχαιότερη ποιητική και μυθική παράδοση: πρόκειται για την ιδέα της θεϊκής Φύσης της Ψυχής, με άμεση συνέπεια την αθανασία και την αιωνιότητά της. Για τον Ορφισμό η ανθρώπινη Ψυχή προέρχεται από τους Θεούς, είναι όμως αιχμάλωτη και κατοικεί σ'ένα σώμα, που έχει διαφορετική φύση απ' αυτήν. Ο Πλάτωνας στον «Κρατύλο» λέει ότι οι Ορφικοί θεωρούσαν το σώμα ως σήμα (τάφος στα αρχαία) της ψυχής, κάνοντας ένα λογοπαίγνιο που ουσιαστικά ταυτίζει το ανθρώπινο σώμα με τον τάφο, ή καλύτερα, με τη φυλακή της Ψυχής.
Έτσι, η Ψυχή θεωρείται αιχμάλωτη στη φυλακή του σώματος. Η ανθρώπινη εξέλιξη συντελείται πρώτα με τη συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης και στη συνέχεια με το έργο της κάθαρσης, ώστε να μπορεί η Ψυχή ν' απελευθερωθεί από το σώμα που την αιχμαλωτίζει και να επιστρέψει στην πηγή προέλευσής της, δηλ. στο Θεϊκό Κόσμο. Αυτή η τριπλή διαδικασία συνειδητοποίησης, κάθαρσης και θέασης, ή επιστροφής στο Θείο, αποτελούσε το περιεχόμενο της Μύησης, που συντελούνταν μέσα από τις διάφορες Τελετές στα Ορφικά και Διονυσιακά Μυστήρια.
Ο Μύστης, ο μυημένος στις διάφορες βαθμίδες των Μυστηρίων, είναι εκείνος που βρίσκεται στη διαδικασία να φτάσει σ' ένα υψηλότερο επίπεδο ζωής και συνείδησης μέσα από τις μυστηριακές και τελετουργικές φόρμουλες, που θα του επιτρέψουν να κατακτήσει την αθανασία. Αυτές οι φόρμουλες, σύμφωνα με την ορφική διδασκαλία, αποτελούνταν από καθάρσεις φυσικού τύπου, όπως ειδικό διαιτολόγιο, χορτοφαγία, κανόνες υγιεινής, τελετουργικά λουτρά, σπονδές, κλπ., αλλά κυρίως ηθικού τύπου. Το ηθικό περιεχόμενο της Ορφικής διδασκαλίας είναι ίσως η σημαντικότερη συμβολή της στην ιστορία της δυτικής σκέψης, όπως διαφαίνεται από την επιρροή της στον Πυθαγορισμό και τον Πλατωνισμό.
Στον Ορφικό μύθο του Διόνυσου Ζαγρέα, που παρουσιάζει καταπληκτικές ομοιότητες με το μύθο του θεού Όσιρη στην αρχαία Αίγυπτο, εκφράζεται καθαρά αυτή η αντίληψη για τη διπλή φύση του ανθρώπου. Ο νεογέννητος θεός Διόνυσος Ζαγρέας, το «θείο βρέφος», συμβολίζει τη θεϊκή αθάνατη φύση της ανθρώπινης Ψυχής, ενώ οι Τιτάνες, που τον κατασπαράζουν και τον τεμαχίζουν σε 7 ή 14 κομμάτια και ύστερα τον τρώνε (θεία ωμοφαγία), συμβολίζουν την υλική και θνητή φύση του ανθρώπου. Σύμφωνα με το μύθο, όπως είναι γνωστό, οι Τιτάνες, αφού έφαγαν το θείο βρέφος, κεραυνοβολήθηκαν από τον πατέρα του Διονύσου, το Δία, κι έγιναν στάχτες. Τότε ο Δίας ανακάτεψε αυτές τις στάχτες με κρασί και δημιούργησε το ανθρώπινο γένος. Ο άνθρωπος είναι λοιπόν φτιαγμένος από μια διπλή φύση -την τιτανική, υλική και θνητή- και τη διονυσιακή ή θεϊκή. Όπως θα έλεγε η λαϊκή παροιμία, έχει μέσα του τον άγγελο και το διάβολο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου