Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Στο φάλτσο της ψυχής είναι η γοητεία




Συχνά τις Nύχτες τις αφέγγαρες, όταν η μοναξιά βάραινε τον Δράκο μας, πήγαινε κρυφά και σιωπηλά στα χωριά, παρατηρούσε τους ανθρώπους, προσπαθούσε να καταλάβει. Τις περισσότερες Φορές γυρνούσε στο κάστρο απογοητευμένος, δικαιωμένος για την απόσταση που κρατούσε , γιατί αυτά που έβλεπε κι άκουγε , τόνιζαν την φαυλότητα και την Αναλγησία των ανθρώπων.

Για όλα έφταιγαν τα Παραμύθια. Ήταν πεπεισμένος γι' αυτό.
Τα Παραμύθια που λέγανε οι άνθρωποι για να κρύψουν μέσα τους ότι δεν καταλάβαιναν κι ότι φοβόταν . Τα Παραμύθια που στάθηκαν αιτία να σκοτώσουν τους άλλους δράκους της γενιάς του.

Μέχρι κείνη τη νυχτιά που Εκείνος αποφάσισε να κάνει μία ακόμη βόλτα στων ανθρώπων τον τόπο.. Πρώτα άκουσε την φωνή Της και μετά την είδε. Κουβαριασμένη σε μια πολυθρόνα κάτω απ το λιγοστό φως ενός κεριού, διάβαζε μεγαλόφωνα. Η περιέργεια τον έκανε να πλησιάσει κι Εκείνη σήκωσε τα μάτια και τον είδε μα δε φάνηκε να ξαφνιάζεται. Τον κοίταζε μονάχα,περιμένοντας ...

Παραξενεμένος από την αντίδρασή της ,μα και θυμωμένος που άφησε να Τον δει, έμεινε σιωπηλός περιμένοντας μιαν ερώτηση, που όμως δεν ήρθε. Η κοπέλα γύρισε στο βιβλίο της και συνέχισε να διαβάζει. 'Ενα Παραμύθι. Ένα Παραμύθι όμως διαφορετικό απ' όσα είχε ακούσει μέχρι εκείνη την ημέρα. Μιλούσε για τον Έρωτα και τον πόνο του, για την Αγάπη και τα Μυστικά της,
για την μοναξιά και την απελπισία που γεννά.

Σαν τέλειωσε, σήκωσε τα μάτια και τον ρώτησε. Εκείνος, απροετοίμαστος απάντησε. Την κοίταξε λοξά. Εκείνη άρχισε να διαβάζει ένα καινούριο Παραμύθι. Εκείνος έβγαλε φωτιά κι Εκείνη
συνέχισε ατάραχη, Sταματώντας μονάχα για να τον ρωτήσει.. Εκείνος απαντούσε .. Έτσι πέρασαν το βράδυ.

Το ξημέρωμα στο κάστρο του, ένιωσε πως κάτι Καινούριο είχε μπει στην ζωή του, που δεν το γνώριζε δεν ήξερε πώς να το χειριστεί.
Τα παραμύθια της νύχτας, γίνανε τα όνειρα του πρωινού
κι αυτός μπερδεμένος, αναποφάσιστος.

Κάθε βράδυ έλεγε πως δε θα πάει να την ανταμώσει ξανά και κάθε βράδυ κινούσε να την βρει. Ήταν σίγουρος πως ήταν κάποια παγίδα. Πως αυτή ήταν το δόλωμα για να πιάσουνε οι άνθρωποι τον δράκο και να τον σκοτώσουν, όπως τόσους άλλους πριν.
Αλλά μ α γ ε ί α των παραμυθιών νικούσε και πήγαινε να την βρει, να της μιλήσει.

Ίσως να συνεχιζόταν για χρόνια αυτό, αλλά ένα βράδυ η κοπέλα του είπε πως έχει να του διαβάσει ένα ιδιαίτερο παραμύθι. Ένα παραμύθι που τον αφορούσε .Ένα παραμύθι για την κοπέλα που αγάπησε τον δράκο.

Βγήκε για πρώτη φορά έξω από το σπίτι της και Τον πλησίασε.
Ακούμπησε τα βιβλία προσεχτικά στο έδαφος, γονάτισε μπροστά του,.Άπλωσε το χέρι χαμογελούσε τρυφερά.

Ο δράκος αναπήδησε σαν να τον είχε αγγίξει πυρωμένο σίδερο. Με μια μονάχα ανάσα, έβγαλε μια μεγάλη φωτιά κι έκαψε τα βιβλία με τα παραμύθια, Κοίταξε με μίσος την κοπέλα, να εξαφανιστεί από μπρος του της είπε, πριν κάψει και την ίδια.
Το χαμόγελό της πέτρωσε, σηκώθηκε:
«Κάψε Με αν αυτό είναι που θέλεις» Του είπε.
«Κάψε τα Παραμύθια, κάψε και τα Όνειρα. Δεν μπορείς όμως να κάψεις την αγάπη, που Σου χάρισα. Κράτα την , δώρο από μένα».

Για μια στιγμή μονάχα Εκείνος δίστασε, Για μια στιγμή όμως..
«Δεν πιστεύω στα παραμύθια. Δεν ονειρεύομαι ποτέ. Δεν δέχομαι δώρα από κανέναν», κι από το στόμα του βγήκε φωτιά μεγάλη, την τύλιξε. Κι έφυγε..

Ηταν που το πρωί σηκώθηκε βαρύς παράξενα αδύναμοςαπό έναν ύπνο δίχως όνειρα. Ηταν που περνώντας μπροστά απ το μεγάλο καθρέφτη μια κραυγή απελπισίας έσκισε το κάστρο. Ηταν που Δάκρυα λύσσας πλημμύρισαν τα μάτια του, τα κόκκινα κι αγριεμένα.
Ηταν που δε θα μπορούσε να φανταστεί χειρότερη τιμωρία.
Ηταν που στον καθρέφτη είδε έναν Ά ν θ ρ ω π ο..
Συγγραφέας Παραμυθιού: Άγνωστος
Αφιερωμένο στους Δράκους που Δεν πιστεύουν στα παραμύθια..
 ΠΗΓΗ www.facebook.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου